Το Φλεβάρη του 1906, από μια παρεξήγηση, ξέσπασε στον Πειραιά εμφύλιος πόλεμος μεταξύ Κρητών και Μανιατών, τα «Κρητομανιάτικα» όπως ονομάστηκαν τα αιματηρά εκείνα επεισόδια, με πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Όμως στο τέλος, πρυτάνευσε η λογική, μπήκαν στη μέση παλιές φαμίλιες, ανάμεσα τους οι παππούδες του πρώην δημάρχου Πειραιά Βασίλη Μιχαλολιάκου, ήρθαν σε συνδιαλλαγή με άλλες κρητικές, παραμέρισαν οργή και μίσος και επανασυνέδεσαν την παλιά πατροπαράδοτη φιλία τους.
Τα επεισόδια ξεκίνησαν ένα πρωϊνό Κυριακής, στο χώρο του Τελωνείου, μετά την άφιξη ιταλικού βαποριού από τα Χανιά, από 15 θερμόαιμους κρητικούς, που αρνήθηκαν στους πάμφτωχους αχθοφόρους Μανιάτες, να μεταφέρουν τα πράγματα τους και λόγο με το λόγο, αρπάχτηκαν στα χέρια κι έβγαλαν μαχαίρια! Ενας μανιάτης, ο Σαραντέας, τραυματίζει με μαχαίρι δύο κρητικούς, τον Πολυμενάκη θανάσιμα και τον Λορεντζάκη σοβαρά και οι Κρητικοί τον κυνηγούν, αλλά εκείνος μπαίνει σε καΐκι κι εξαφανίζεται.
Αναβρασμός κυριαρχεί στους Κρητικούς όταν διαδόθηκαν οι φόνοι. Συγκεντρώνονται στην Αθήνα στο καφενείο «Μπάγκειον» της Ομονοίας και αποφασίζουν να κατέβουν στον Πειραιά για εκδίκηση. Με δυο ομάδες των 50 ανδρών, με όπλα και ρόπαλα, προχωρούν στην ακτή Μιαούλη, καταστρέφουν πάνω από 20 καταστήματα και καφενεία μανιατών και προκαλούν τους θαμώνες να βγουν να αναμετρηθούν.
Προσπαθεί η αστυνομία να επέμβει, αλλα ένας θερμόαιμος μανιάτης πυροβολεί και σκοτώνει τον Εμμ. Σπυριδάκη και όλοι βγαίνουν από τα καφενεία και εξαφανίζονται. Όμως σε λίγα λεπτά, συγκεντρώνονται πάνω από 300 κρητικοί από την Καστέλα, κυνηγούν τους λίγους αστυνομικούς, τοποθετούν εκρηκτικά στις αποθήκες του Τελωνείου για να σκοτώσουν τους μανιάτες.
Ταυτοχρόνως πυρπολούν καταστήματα, λεηλατούν οπλοπωλείο, εισβάλλουν και καταστρέφουν σπίτια, σκοτώνουν τον εργάτη Στεφανάκο Θεοφανάκο και τραυματίζουν σοβαρά άλλα 15 άτομα, ανάμεσα τους και δυο γυναίκες. Το Ζάννειο νοσοκομείο είχε γεμίσει με τραυματίες απο σφαίρες και μαχαίρια. Τη νύχτα διαδίδεται ψευδώς, ότι στις συμπλοκές σκοτώθηκαν 100 άτομα και όλοι κλείνονται έντρομοι στα σπίτια τους.
Την επομένη, στην κηδεία των θυμάτων, τα επεισόδια απλώθηκαν σ’ όλο τον Πειραιά, με νέα θύματα (τους Μαραγκουδάκη και Καβαλλιέρο) ενώ κινητοποιήθηκαν, η αστυνομία, χίλιοι στρατιώτες και διακόσιοι ναύτες για να σταματήσουν το αιματοκύλισμα. Όμως οι χίλιοι καλά οπλισμένοι Κρητικοί που ήρθαν ακόμα και από το Λαύριο, οχυρώνονται στην Καστέλα και τον Προφήτη Ηλία. Τους περικυκλώνουν οι στρατιώτες για να τους αφοπλίσουν δια της βίας, και να τους διαλύσουν. Παρόντες ο εισαγγελέας Κων. Λυκουρέζος ( παππούς του Αλέξανδρου) και ο ανακριτής Αν. Παπαληγούρας (παππούς του Αναστάση και πατέρας του Παναγή).
Η εκρηκτική κατάσταση αναγκάζει να κατέβουν στον Πειραιά αντιπροσωπεία βουλευτών μανιατών (Κουμουνδούρος, Κατσάκος, Πετροπουλάκης, Τζαννετάκης και Ράζελος) και κρητικών ( Μάνος, Παπαμαλέκος, Μαλινδρέτος, Στυλιανουδάκης Λυμπρίτης) με τον δήμαρχο Αθηναίων Σπύρο Μερκούρη, που προσπαθεί να πείσει τους οπλοφόρους να παραδώσουν τα όπλα. «Όχι», λένε εκείνοι «Αν δεν φύγουν οι Μανιάτες από το Τελωνείο, θα τους κάψουμε». Ο Μερκούρης απαντά: « Όχι παιδιά, οι μανιάτες είναι αδελφοί μας, αν στερηθούν το ψωμί, θα πεινάσουν οι οικογένειες τους. Σας εξορκίζω, είναι ντροπή, περιμένουμε ξένους για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, θέλετε να ρεζιλευτούμε; Φανείτε γενναίοι, ο κόσμος ξέρει την παλικαριά σας μαχόμενοι υπέρ της ελευθερίας…». Οι ένοπλοι συγκινήθηκαν, ζητωκραύγασαν, παρέδωσαν τα όπλα και έφυγαν στα σπίτια τους, ενώ ο Στρατός επέβαλε την τάξη σ’ όλο τον Πειραιά και οι δράστες των φόνων συνελήφθησαν…
Ειρήνευση με συμπεθεριά
«Οικογένειες μανιατών», διηγείται ο πρώην δήμαρχος του Πειραιά κος Βασίλης Μιχαλολιάκος, «με οδηγό την λογική, παραμέρισαν μίση κι έχθρες και πλησίασαν φαμίλιες κρητικών που ήθελαν την ειρήνευση. Συναντήθηκαν πρώτα σε κρητικό σπίτι στην Καστέλα και μετά σε μανιάτικη ταβέρνα και οι διαφορές τους αμέσως παραμερίστηκαν. Αναπτύχθηκαν δεσμοί φιλίας, ακολούθησαν και τρείς γάμοι που τους επισφράγισαν. Δυο κρητικοί νυμφεύθηκαν μανιάτισσες και ένας μανιάτης νυμφεύθηκε κρητικιά, με τρικούβερτα γλέντια στις συνοικίες όπου διέμεναν. ΄Ετσι έβαλαν ταφόπλακα στον διχασμό!!! Εκείνο το διάστημα, Κρητικοί και Μανιάτες πολέμησαν μαζί εθελοντές στα σώματα των καπεταναίων Ζάκα και Μακρή στη Μακεδονία…»
Πηγή: omorfimani.gr