Η Ηλέκτρα, του Ρ. Στράους ανοίγει επίσημα την Εθνική Λυρική Σκηνή στο ΚΠΙΣΝ

Η Εθνική Λυρική Σκηνή εγκαινιάζει τη νέα εποχή στις νέες της εγκαταστάσεις στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος με ένα φιλόδοξο εγχείρημα, καθώς επιλέγει ως εναρκτήριο έργο ένα ανυπέρβλητο λυρικό αριστούργημα με ελληνική θεματολογία, την Ηλέκτρα του Ρίχαρντ Στράους, η οποία βασίζεται στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή.

H Ηλέκτρα θα παρουσιαστεί σε νέα φιλόδοξη παραγωγή, σε μουσική διεύθυνση Βασίλη Χριστόπουλου, σκηνοθεσία – σκηνικά Γιάννη Κόκκου, στις 15, 18, 22, 26, 31 Οκτωβρίου 2017, στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο ΚΠΙΣΝ.

Η Ηλέκτρα χαρακτηρίζεται ως μια από τις σημαντικότερες αλλά ταυτόχρονα και πιο απαιτητικές όπερες του 20ού αιώνα. Το ανέβασμά της αποτελεί μεγάλη πρόκληση για την Εθνική Λυρική Σκηνή και τα μουσικά της σύνολα, καθώς η ιδιαίτερα σύνθετη παρτιτούρα, στην οποία ο Στράους ωθεί την εξπρεσιονιστική έκφραση στα άκρα και αγγίζει τα όρια της τονικότητας, προβλέπει περίπου 110 μουσικά όργανα.

Η Ηλέκτρα του Στράους δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ από την Εθνική Λυρική Σκηνή. Ο συμβολισμός είναι πολλαπλός, καθώς επιλέγεται ως εναρκτήριο ένα έργο ελληνικής θεματολογίας, εμπνευσμένο από τον μύθο των Ατρειδών (Κύκλος Ατρειδών), αλλά ταυτόχρονα ένα έργο του 20ού αιώνα (Κύκλος 20ος αιώνας), καθώς μεταξύ των προθέσεων της ΕΛΣ είναι η ανάδειξη του γεγονότος ότι η λυρική τέχνη δεν εξαντλείται στον 19ο αιώνα.

Η μονόπρακτη όπερα Ηλέκτρα του Ρίχαρντ Στράους βασίζεται σε ποιητικό κείμενο του Αυστριακού συγγραφέα και ποιητή Χούγκο φον Χόφμανσταλ, το οποίο αντλήθηκε από το ομώνυμο θεατρικό του (1903). Παρότι στηρίζεται στην τραγωδία του Σοφοκλή, το κείμενο επικεντρώνεται κυρίως στην εμμονή της Ηλέκτρας να εκδικηθεί για τον θάνατο του πατέρα της, αλλά και στα συναισθήματα και την ψυχολογία της καθώς συνομιλεί με τα υπόλοιπα πρόσωπα της τραγωδίας, την αδελφή της Χρυσοθέμιδα, τον αδελφό της Ορέστη και τη μητέρα της Κλυταιμνήστρα.

Η Ηλέκτρα, ανήκει στο είδος που οι Γερμανοί ονόμασαν Literaturoper, δηλαδή όπερα η οποία βασίζεται άμεσα σε λογοτεχνικό κείμενο. Επιπροσθέτως, το ποιητικό κείμενο του Χούγκο φον Χόφμανσταλ έχει αυτόνομη λογοτεχνική αξία και μπορεί να εκτιμηθεί για τις αρετές της γραφής του, ενώ ταυτόχρονα διαθέτει χαρακτηριστικά που υπηρετούν τους σκοπούς της λυρικής τέχνης, καθώς μπορεί να παρακολουθήσει κανείς την όπερα χωρίς να καταλαβαίνει λέξη.

Η Ηλέκτρα του Χόφμανσταλ θεωρείται ότι υπήρξε ένα πραγματικό εύρημα στη μετά-Βάγκνερ εποχή. Ως κείμενο οδήγησε στα άκρα τη βαγκνερική σύγκρουση ανάμεσα στο αρχαϊκό και το σύγχρονο, ανάμεσα στην αποστασιοποίηση που προσφέρει ο μύθος και σε μια προβολή προς τα μέσα, που έχει την αφετηρία της στην ψυχανάλυση. Έτσι, επέτρεψε στον Στράους να προχωρήσει το μουσικό δράμα ένα βήμα παραπέρα από τον Βάγκνερ. Ο προϊστορικός τόπος της δράσης γίνεται ο τόπος ενός ψυχολογικού δράματος με εξαιρετικά μελετημένη ορχηστρική αντίστιξη, χωρίς καμία εμφανή ασυνέχεια ανάμεσα σε εσωτερικό και εξωτερικό, μουσική και σκηνή.

Δεν είναι τυχαία η αναφορά του Ίγκορ Στραβίνσκι, το 1913, ότι «οι μοναδικές σημαντικές όπερες που γράφτηκαν μετά τον Πάρσιφαλ είναι η Ηλέκτρα του Στράους και ο Πελλέας και Μελισάνθη του Ντεμπυσσύ».

Ο Στράους ανταποκρίθηκε στις προκλήσεις του ποιητικού κειμένου του Χόφμανσταλ με μια παρτιτούρα η οποία, σε διάρκεια περίπου εκατό λεπτών, περιλαμβάνει δεκάδες Leitmotive (καθοδηγητικά μουσικά σχήματα), τα οποία σχολιάζουν τη δράση και την ψυχολογία των βασικών προσώπων. Η δομή της ορχηστρικής συνοδείας στην Ηλέκτρα επιτρέπει στον ακροατή να προσλάβει τη μουσική χωρίς να τον απασχολεί το ακριβές νόημα κάθε λεπτομέρειας. Μπορεί να απορροφηθεί από όσα συμβαίνουν στη σκηνή και την ίδια στιγμή να υποκύψει στη «μαγεία των σχέσεων» ανάμεσα στα Leitmotive, χωρίς να αναζητά τι σημαίνει το καθένα, αλλά έχοντας μιαν αόριστη αίσθηση ότι υπάρχει συνοχή ανάμεσά τους σ’ ένα απερίγραπτα εκλεπτυσμένο επίπεδο. Αυτό δίνει στη μουσική τη λειτουργία ενός ψυχολογικού ή ψυχαναλυτικού σχολιασμού όσων διαδραματίζονται επί σκηνής, ενός σχολιασμού καθηλωτικού όσο και δύσκολου να διατυπωθεί με λέξεις.

Η όπερα έχει συμμετρική δομή και αποτελείται από οκτώ εικόνες, που διαδέχονται άμεσα η μία την άλλη· ανάμεσά τους περιλαμβάνονται τέσσερα ντουέτα. Στην πρώτη σκηνή εμφανίζονται οι θεραπαινίδες. Ακολουθεί ο μονόλογος της Ηλέκτρας, το πρώτο ντουέτο ανάμεσα σε Ηλέκτρα και Χρυσοθέμιδα, το ντουέτο ανάμεσα σε Ηλέκτρα και Κλυταιμνήστρα, το δεύτερο ντουέτο ανάμεσα σε Ηλέκτρα και Χρυσοθέμιδα, το ντουέτο ανάμεσα σε Ηλέκτρα και Ορέστη, ένα σύντομο επεισόδιο με τον Αίγισθο, οι φόνοι και ο τελικός μονόλογος της Ηλέκτρας.

Για την «ψυχολογική πολυφωνία» που εμπνεύστηκε –ο όρος ανήκει στον ίδιο– ο Στράους επιστρατεύει τις μεγαλύτερες ορχηστρικές δυνάμεις από οποιαδήποτε άλλη όπερα ρεπερτορίου, μία ορχήστρα που ξεπερνά σε αριθμό τους εκατό μουσικούς και περιλαμβάνει είκοσι ξύλινα πνευστά, είκοσι χάλκινα, 62 έγχορδα, γκλόκενσπιλ, τσελέστα, δύο άρπες και κρουστά, δυνάμεις μεγαλύτερες από αυτές που προβλέπει ο Βάγκνερ στο Δαχτυλίδι του Νίμπελουνγκ. Από το τεράστιο αυτό σύνολο σε ένα έργο γεμάτο αίμα, εφιάλτες και ακραία συναισθήματα, ο Στράους ζητά να αποδοθεί η μουσική «σαν να πρόκειται για Μέντελσον: νεραϊδομουσική»! Ο συνθέτης αξιοποιεί όλα αυτά τα όργανα προκειμένου να διαρρήξει την ηχητική ομοιογένεια, να κινηθεί με μεγάλη φαντασία στον κόσμο των ηχοχρωμάτων, να οδηγήσει τη λαμπρότητα της λεπτομέρειας στα όρια της δεξιοτεχνίας.

Τη σκηνοθεσία και τα σκηνικά της Ηλέκτρας υπογράφει ο σπουδαίος Έλληνας σκηνοθέτης της όπερας, Γιάννης Κόκκος, ο οποίος αναφέρει για την παραγωγή: «Η σκηνή γίνεται ένας τόπος ο οποίος μιλά για τον εγκλωβισμό και την τρέλα, την εμμονή και τη φαντασίωση, τη λάσπη και τον χρυσό. Και ταυτόχρονα την αντοχή αρχαίων ιστοριών, οι οποίες ζουν στο παρόν. Υπάρχει η ανάμνηση των Μυκηνών και της Βιέννης, όπως επίσης θραύσματα μιας πρόσφατης ιστορικής μνήμης. Όμως πάνω απ’ όλα υπήρξε η πρόθεση να καταστεί ορατή αυτή η ελληνική μήτρα, η τόσο αγαπητή στον Χόφμανσταλ. Από αυτήν ξεπροβάλλει η τρομακτική άβυσσος του ασυνειδήτου, η οποία ακριβώς διερευνάται στη Βιέννη της αυγής του 20ού αιώνα, όπου μαίνεται η καταιγίδα της Ηλέκτρας».

Λίγα λόγια για τους συντελεστές:

 Γιάννης Κόκκος

Ο Γιάννης Κόκκος, με έδρα του το Παρίσι, έχει παρουσιάσει δουλειές του στα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου από τη Σκάλα του Μιλάνου έως το Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου και από το Ρεάλ της Μαδρίτης έως την Όπερα της Βιέννης και το Μαριίνσκι, έχει συνεργαστεί με τους κορυφαίους μαέστρους (Αμπάντο, Μούτι, Γκάρντινερ, Μέτα κ.α.) ενώ έχει τιμηθεί με πληθώρα βραβείων για το έργο του.

Αγνή Μπάλτσα

Η Ηλέκτρα σηματοδοτεί την πρώτη συνεργασία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με την κορυφαία Ελληνίδα μεσόφωνο Αγνή Μπάλτσα, η οποία θα αναλάβει τον ρόλο της Κλυταιμνήστρας σε όλες τις παραστάσεις. Η Αγνή Μπάλτσα πρωτοεμφανίστηκε το 1968, σε ηλικία μόλις 24 ετών και με μεγάλη επιτυχία, ως Κερουμπίνο (Οι γάμοι του Φίγκαρο) στην Όπερα της Φραγκφούρτης, ενώ ακολούθησε ο Οκταβιανός (Ο ιππότης με το ρόδο) στην Όπερα της Βιέννης. Έκτοτε ξεκίνησε μια συναρπαστική καλλιτεχνική διαδρομή, η οποία την οδήγησε στα σπουδαιότερα θέατρα του κόσμου: Κρατική Όπερα Βαυαρίας (Μόναχο), Βασιλική Όπερα Λονδίνου (Κόβεντ Γκάρντεν), Όπερα Παρισιού, Σκάλα Μιλάνου, Μητροπολιτική Όπερας Νέας Υόρκης, Θέατρο Ρεάλ Μαδρίτης κ.ά. Συνεργάστηκε επανειλημμένα με τη Γερμανική Όπερα Βερολίνου, την Κρατική Όπερα Βιέννης, το Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ, ενώ οι επιτυχημένες περιοδείες της έφτασαν έως τη Λατινική Αμερική, την Ιαπωνία και την Κορέα.

Καθοριστική στην καλλιτεχνική της πορεία υπήρξε η στενή δεκαπεντάχρονη συνεργασία της με τον θρυλικό αρχιμουσικό Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, ο οποίος θεωρούσε τη Μπάλτσα «τη σπουδαιότερη δραματική μεσόφωνο της εποχής μας».

Καθ’ όλη τη διάρκεια της πολύχρονης σταδιοδρομίας της, συνεργάστηκε με τα πιο ηχηρά ονόματα σκηνοθετών, αλλά και αρχιμουσικών όπως οι Καρλ Μπαιμ, Λέοναρντ Μπερνστάιν, Ρικκάρντο Μούτι, Λόριν Μααζέλ, Σεΐτζι Οζάουα, Κλάουντιο Αμπάντο, Κόλιν Ντέιβις, Τζουζέππε Σινόπολι και Αντονέλλο Αλλεμάντι. Σε σύμπραξη δε με σπουδαίους μονωδούς πραγματοποίησε πολυάριθμες τηλεοπτικές εμφανίσεις, αλλά και ηχογραφήσεις για λογαριασμό των σπουδαιότερων δισκογραφικών εταιρειών (ΕΜΙ, DG, BMG, Decca κ.ά.).

Η Αγνή Μπάλτσα όλα αυτά τα χρόνια έχει εισπράξει τον ύψιστο θαυμασμό, το παρατεταμένο χειροκρότημα του κοινού, αλλά και τα αποθεωτικά σχόλια των μουσικοκριτικών. Η τεχνικά άψογη φωνή της, η οποία συνδυάζει μεστότητα και ευλυγισία, η επιβλητική σκηνική παρουσία, το λαμπερό ταμπεραμέντο, αλλά και οι σωστές επιλογές ρεπερτορίου την κατάλληλη χρονική στιγμή, το ταλέντο της να πετυχαίνει με ό,τι καταπιάνεται οδήγησαν σε μια σπουδαία σταδιοδρομία, σε συνεργασίες αξιοζήλευτες και εμφανίσεις μοναδικές στις πιο σημαντικές σκηνές παγκοσμίως.

Σπάνια περίπτωση καλλιτέχνιδας η οποία συνδυάζει μουσικότητα, θεατρικότητα και λυρική ερμηνεία, η ίδια δεν αναλώθηκε στην υπέρμετρη προσπάθεια προβολής – μέχρι και σήμερα άλλωστε έχει δώσει ελάχιστες συνεντεύξεις και δεν έχει προσωπική διαδικτυακή σελίδα. Ακολουθώντας τη λογική και το ένστικτό της υπήρξε προσηλωμένη στους στόχους της.

Ζαμπίνε Χογκρέφε

Τον ρόλο της Ηλέκτρας θα ερμηνεύσει η διακεκριμένη Γερμανίδα υψίφωνος Ζαμπίνε Χογκρέφε. Η Χογκρέφε έχει ερμηνεύσει τον ρόλο της Ηλέκτρας με μεγάλη επιτυχία, μεταξύ άλλων, στην όπερα του Γκαίτεμποργκ, το Θέατρο Σαν Κάρλο Νάπολης και το Κρατικό Θέατρο Ντέτμολντ. Έχει εμφανιστεί στο Φεστιβάλ του Μπάυροϋτ, στις Όπερες της Φρανκφούρτης, του Μονάχου, του Αννόβερου, του Αμβούργου κ.α.

Φρανκ βαν Άκεν

Ο Ολλανδός τενόρος Φρανκ βαν Άκεν, ο οποίος θα ερμηνεύσει τον ρόλο του Αίγισθου, συγκαταλέγεται στους δημοφιλέστερους της γενιάς του. Έχει τραγουδήσει σε Φεστιβάλ Μπάυροϋτ και Μπάντεν-Μπάντεν, Μεγάλο Θέατρο Λισέου Βαρκελώνης, Βασιλική Όπερα Λονδίνου, Κρατική Όπερα Βιέννης και Σκάλα Μιλάνου. Έλαβε εξαιρετικές κριτικές ως Ζήγκμουντ (Βαλκυρία, 2012) στη Μητροπολιτική Όπερα Νέας Υόρκης. Πρόσφατα ερμήνευσε τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στα έργα Τάνχωυζερ (Βουδαπέστη, Κρατική Όπερα Δρέσδης), Τριστάνος και Ιζόλδη, Γκούντραμ του Ρ. Στράους, καθώς επίσης Ζήγκμουντ (Βαλκυρία, Βαρκελώνη).

Γκουν-Μπριτ Μπάρκμιν

Η Γερμανίδα υψίφωνος Γκουν-Μπριτ Μπάρκμιν ερμηνεύει τον ρόλο της Χρυσόθεμις. Μεταξύ άλλων, έχει ερμηνεύσει ρόλους όπως Σαλώμη, Χρυσόθεμις και Αριάδνη. Σημείωσε μεγάλη επιτυχία ως Μαρί (Βότσεκ) στην πρώτη της εμφάνιση στην Εθνική Όπερα του Παρισιού την προηγούμενη σεζόν. Διαθέτοντας ένα εντυπωσιακά ευρύ ρεπερτόριο, έχει εμφανιστεί στην Κωμική Όπερα Βερολίνου, την Όπερα της Ζυρίχης, το Φεστιβάλ Ζάλτσμπουργκ, το Βασιλικό Θέατρο Μαδρίτης, την Κρατική Όπερα Βιέννης κ.α.

Δημήτρης Τηλιακός

Στον ρόλο του Ορέστη ο σπουδαίος Έλληνας βαρύτονος Δημήτρης Τηλιακός, ο οποίος μετά τη μεγάλη επιτυχία της πολυβραβευμένης ηχογράφησης του Ντον Τζοβάννι με τον Θόδωρο Κουρετζή και ύστερα από τις ιδιαιτέρως επιτυχημένες εμφανίσεις σε Παρίσι, Μπολσόι, Βαρκελώνη, Βρυξέλλες, Ζυρίχη, Περμ, Νέα Υόρκη κ.α., θα αναμετρηθεί για πρώτη φορά με το αριστούργημα του Στράους.

Βασίλης Χριστόπουλος

Το ιδιαιτέρως απαιτητικό κομμάτι της μουσικής διεύθυνσης της Ηλέκτρας έχει αναλάβει ο διακεκριμένος Έλληνας αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος. Διετέλεσε διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών (2011/14) και κορυφαίος αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής της Νοτιοδυτικής Γερμανίας στην Κωνσταντία (2005/15). Έχει διευθύνει ορχήστρες όπως: Φιλαρμόνια Λονδίνου, Ορχήστρα Μοτσαρτέουμ Ζάλτσμπουργκ, Φιλαρμονική Ορχήστρα Ραδιοφωνίας Αννόβερου, Κρατική Φιλαρμονική Ορχήστρα Νυρεμβέργης, Νέα Φιλαρμονική Ιαπωνίας, Συμφωνική Ορχήστρα Φλάνδρας, Συμφωνική Ορχήστρα Κουήνσλαντ και Εθνική Ορχήστρα Χωρών του Λίγηρα. Το οπερατικό του ρεπερτόριο καλύπτει ένα ευρύτατο φάσμα το οποίο εκτείνεται από το μπαρόκ έως τον 21ο αιώνα. Πρόσφατα διηύθυνε με μεγάλη επιτυχία τα έργα Ηλέκτρα και Γυναίκα δίχως σκιά του Ρίχαρντ Στράους στην Κρατική Όπερα Βησμπάντεν. Το 2016 εξελέγη καθηγητής διεύθυνσης ορχήστρας στη Μουσική Ακαδημία Φραγκφούρτης.

δείτε πολλά περισσότερα εδώ

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο