ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΘΟΔΩΡΗ ΨΑΛΙΔΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΗΣ ΚΕΔΕ

Κύριε Πρόεδρε,

Η εικόνα, την οποία παρουσιάζει η αίθουσα κατά τη συζήτηση επί των συμπερασμάτων του προσφάτου Συνεδρίου της ΚΕΔΕ και των θεσμικών μεταρρυθμίσεων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση επιβεβαιώνει ότι αυτή διεξάγεται στο περιθώριο της δημοτικής δραστηριότητας. Το θέμα θα έπρεπε ήταν κανονικά και εξαρχής εγγεγραμμένο στην ημερησία διάταξη της αποψινής συνεδρίασης και να είχε προταχθεί, όπως είχαν ζητήσει όλες οι παρατάξεις της αντιπολίτευσης. Η διοίκηση έχει την κύρια ευθύνη γι’ αυτό. Δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν επιδιώκει παρά τον προσχηματικό και εκ των ενόντων διάλογο.
Κύριε Πρόεδρε,
Η τρέχουσα είναι η δεύτερη κατά σειρά δημοτική περίοδος, κατά την οποία οι πολιτικοί συσχετισμοί στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και την Κεντρική Ένωση Δήμων θα ευρίσκονται σε αναντιστοιχία προς τις διαθέσεις και τις επιλογές των πολιτών, όπως αυτές εκδηλώθηκαν στις βουλευτικές εκλογές. Η επικράτηση του ΠΑΣΟΚ στις δημοτικές εκλογές του 2010 και της Νέας Δημοκρατίας στις
δημοτικές εκλογές του 2014 έπαψαν κατ’ αντίστοιχο τρόπο να αντικατοπτρίζονται στο αποτέλεσμα των προώρων βουλευτικών εκλογών που τις ακολούθησαν και στις δύο περιπτώσεις. Έτσι, ο θεσμός επί περίπου δέκα χρόνια θα είναι μέρος της πολιτικής ρευστότητας, η οποία βαρύνει τη χώρα συνεπεία της οικονομικής κρίσης, θα είναι υποκείμενο της μετάβασης του πολιτικού συστήματος.
Ασφαλώς, δεν πρόκειται για πραξικόπημα των Δημάρχων εναντίον των βουλευτών και της Βουλής. Αυτό είναι το αποτέλεσμα των αναχρονιστικών δομών της Αυτοδιοίκησης. Ερωτάται συνεπώς: Θα τις αλλάξομε; Ή θα καταδικάσομε την Αυτοδιοίκηση ως θεσμό, όπως και το δικαίωμα του πολίτη στην αυτοδιοίκηση των τοπικών υποθέσεων, σε δέκα ακόμη χρόνια δέσμευσης, αν μη ειρκτής στις κομματικές σκοπιμότητες της συμπολίτευσης ή της αντιπολίτευσης προς την εκάστοτε Κυβέρνηση;
Η ακραία κρισιμότητα της τρέχουσας δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας και η πορεία των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές αποτελεί περιβάλλον καθαρών επιλογών. Εάν οι Δήμαρχοι μπορούσαν να είναι πράγματι ανεπηρέαστοι από την αντιπολιτευτική τακτική των κομμάτων τους, θα έπρεπε να είχαν εισαγάγει προς έγκριση από τα Δημοτικά Συμβούλια τη μεταφορά των χρηματικών αποθεμάτων των Δήμων στην Τράπεζα της Ελλάδος και να μη αναμένουν και νέα Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως προτείνει η ΚΕΔΕ.
Δημιουργείται λοιπόν και ένα δεύτερο ερώτημα: Θα διαμορφώσουμε ή θα αποτρέψομε ένα νέο μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων για την υπέρβαση της κρίσης και την κατοχύρωση του ρόλου της Αυτοδιοίκησης στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη;
Έχει αποδειχθεί ότι αυτό δεν εξαγγέλλεται αορίστως. Αλλά, πως στηρίζεται σε προγραμματική συμφωνία επί των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.
Επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε τρεις.
1. Ο παρών εκλογικός νόμος δεν μπορεί πια να συμβάλει στη συσπείρωση των πολιτών γύρω από τον κοινωνικό και αναπτυξιακό ρόλο του Δήμου. Με το 21% στον πρώτο και το 60% των εδρών του Δημοτικού Συμβουλίου μετά από το δεύτερο γύρο των δημοτικών εκλογών είναι αδύνατον να επιτευχθεί κάτι περισσότερο από την πλειοψηφία εξαίρετων συναδέλφων, αλλά και σιωπηρών ανθρώπων, οι οποίοι απλώς θα εγκρίνουν ό,τι εισηγείται η εκάστοτε διοίκηση. Ήρθε η ώρα της απλής αναλογικής. Η ώρα των διοικήσεων συνεργασίας, κατά τον αυτό τρόπο, με τον οποίον ολόκληρη η χώρα δεν μπορεί πια να κυβερνηθεί από μονοκομματικές και τεχνητές πλειοψηφίες.
Ορθώς ο υπουργός των Εσωτερικών άνοιξε το θέμα του εκλογικού νόμου και ορθώς παλαιοί συνάδελφοι διευκρινίζουν ότι αυτό μπορεί να σημαίνει ακόμη και την έμμεση εκλογή του Δημάρχου.
2. Κομβικό ζήτημα για την Αυτοδιοίκηση είναι η δημοκρατική μεταρρύθμιση του δοτού από το Κράτος χαρακτήρα των αρμοδιοτήτων της. Ασφαλώς και θα υπάρχουν Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου που θα περιορίζουν το ρόλο του θεσμού, όσο δεν τερματίζεται αυτό το καθεστώς, όσο αυτή η μεταρρύθμιση δεν εντάσσεται στην αναθεώρηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου για τη λειτουργία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και του Συντάγματος.
Δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική αυτοτέλεια, όσο η Αυτοδιοίκηση δεν μετέχει η ίδια στην παραγωγή και τη δίκαιη αναδιανομή των δημοσίων εσόδων. Είναι ψευδεπίγραφη η αντίληψη ότι όσο μεγαλύτερο είναι το ποσό των δοτών Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων, τόσο δημοκρατικότερη και περισσότερο αυτοτελής θα είναι η Αυτοδιοίκηση. Η αρμοδιότητα της επιβολής και της διαχείρισης του φόρου ακίνητης περιουσίας είναι βήμα από το οποίο εξαρτάται ευθέως η θέση του θεσμού στην παραγωγική ανασυγκρότηση και την κοινωνική ανάπτυξη της χώρας και αποτελεί γενικευμένη ευρωπαϊκή εμπειρία.
3. Αλλά και η διοικητική αυτοτέλεια δεν μπορεί να επιτευχθεί, όσο η Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν μετατρέπεται σε ολοκληρωμένο πρωτοβάθμιο επίπεδο άσκησης της κρατικής εξουσίας. Απαιτείται γι’ αυτό αναθεώρηση του Συντάγματος, η οποία θα αποσαφηνίζει τις αρμοδιότητες των Δήμων, το ρόλο της Αυτοδιοίκησης δευτέρου βαθμού στον περιφερειακό σχεδιασμό, όπως και τον επιτελικό ρόλο του Κράτους. Το πολιτικό σύστημα δεν θέλησε αυτή την αναθεώρηση του Συντάγματος. Όπως δεν ήθελε και την απλούστευση των διαδικασιών δημοσιονομικού ελέγχου, οδηγώντας ενίοτε την Αυτοδιοίκηση σε επικίνδυνες θεσμικές συγκρούσεις, όπως επί παραδείγματι με το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Κύριε Πρόεδρε,
Προ καιρού ο κ. Σκανδαλάκης –απουσιάζει απόψε– είχε επισημάνει ότι οι συζητήσεις αυτές διεξάγονται επί πολλά χρόνια. Είναι συνεπώς μάταιες;
Θα συμμεριζόμουν την τυχόν ανησυχία του για τη ματαιότητα αυτού του διαλόγου, εάν αποδεχθούμε ότι οι αναντίστοιχοι προς την κοινωνική πραγματικότητα πολιτικοί συσχετισμοί στην ΚΕΔΕ αποτελούν το μέτρο των πρωτοβουλιών του θεσμού στη σύγχρονη εποχή. Διότι, το Συνέδριο της ΚΕΔΕ δεν εισέφερε κάτι το ουσιώδες. Κατεδίκασε την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου και ζήτησε από τη νέα Κυβέρνηση ορισμένες διευκολύνσεις στην καθημερινή διαχείριση των Δήμων. Έτσι, όμως, κινδυνεύομε επί δέκα χρόνια η ίδια η Αυτοδιοίκηση να μη έχει ολοκληρωμένο σχέδιο δημοκρατικής μεταρρύθμισης του θεσμού και να καταβάλει τις δυνάμεις της σε αψιμαχίες με την εκάστοτε Κυβέρνηση.
Γι’ αυτό είχε ιδιαίτερη σημασία η συζήτηση αυτή. Διότι αυτός ο διάλογος πρέπει να βγει έξω από τα όρια των ισορροπιών των συλλογικών οργάνων, μεταξύ των οποίων ενδεχομένως και του δικού μας Δημοτικού Συμβουλίου και να καταστεί υπόθεση της κοινωνίας και ενός νέου κινήματος για την Αυτοδιοίκηση. Αυτό το κίνημα πρέπει να αξιοποιήσει τις κυβερνητικές προθέσεις. Αλλά δεν αρκεί να θέσει ως στόχο απλώς την επανεκλογή των Δημάρχων, όσο τον εκδημοκρατισμό, τον προοδευτικό εκσυγχρονισμό και την παραγωγική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη του τόπου.

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο